Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

Το Σερμπέτι, το Κουρμπέτι, το ρουσφέτι , το αλισβερίσι, και το νταραβέρι !!!

Γελοιογραφία με λεζάντα
"τα αποτελέσματα των φόρων του Τρικούπη"
που δημοσιεύθηκε στο Νέο Αριστοφάνη
στις 28 Νοεμβρίου 1887. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α.

Του Δημήτρη Σταθακόπουλου      
Το Σερμπέτι / Sharbat ή Sherbet (Αραβικά:شربت Sharbt ), στα  Περσικά/ Ουρντού: شربتSharbat και στα  Τούρκικα: Şerbet,  είναι ένα δημοφιλές ποτό της δυτικής και νότιας Ασίας που παρασκευάζεται από φρούτα ή πέταλα λουλουδιών  και υπάρχουν αναφορές του  στο βιβλίο του Zakhireye Khwarazmshahi, Gorgani στα Πέρσικα τον 12ο αιώνα.  Δημοφιλές σε Ινδούς, Μογγόλους και οθωμανούς. Είναι γλυκό και σερβίρεται παγωμένο. Μπορεί να σερβιριστεί και σε συμπυκνωμένη  μορφή που τρώγεται με το κουτάλι,  ή να αραιωθεί με νερό.
Οι τεχνικές παρασκευής του , ειδικά τα πέταλα λουλουδιών και ενδεχομένως το μέλι ( αν του βάλουν ), ενδεχομένως να έχει σχέση και με το αρχαίο υδρόμελον(ι) και ήταν διαχρονικά αγαπημένο ποτών και των ελλήνων της Μ. Ασίας και της Πόλης.
Του δίνουν και φαρμακευτική αξία οι περί την αγιουβέρδα ασχολούμενοι .
Η λέξη είναι συγγενής με το σιρόπι στα αγγλικά, αλλά και το το γαλλικό "σορμπέ", και την ιταλική "sorbetto".
Το Κουρμπέτι/ Gurbet / غريب / غير / معروف : σημαίνει ξένη γή, μακρινός τόπος, απών από το σπίτι  . Αραβοπερσική επιρροή στα οθωμανικά και από  εκεί στα ελληνικά. Οι έλληνες με την έκφραση : «χρόνια στο Κουρμπέτι», εννούσαν πώς είναι περπατημένοι και έχουν δεί τον κόσμο με τα καλά και τα κακά του , ξέρουν την αγορά , την πιάτσα piazza =πλατεία στα ιταλικά ) και έχουν διαβεί τιςρούγες  ( rouga ομοίως μικρές πλατείες στις οποίες κατέληγαν μικροί δρόμοι/ στενά,  στα βενετσιάνικα όμως ) και επομένως δεν πιάνονται κορόϊδα. Αυτή την έννοια δεν την έδιναν οι οθωμανοί, άραβες και πέρσες στη λέξη.
Το ρουσφέτι/ rüşvet/ رشوة . Στα οθωμανικά με αραβική επιρροή σήμαινε, δίνω  τα χρήματα ή δώρα , ως δωροδοκία σ’ έναν υπεύθυνο αξιωματούχο/υπάλληλο , για να διεκπεραιώσει μιά δουλειά μου. Και στα ελληνικά είχε και έχει αυτήν ακριβώς την έννοια.
Το αλισβερίσι / Alışveriş:  αυτολεξί στα τουρκικά σημαίνει  ψώνια , ψωνίζω και γενικά συναλλάσσομαι. Αυτή ακριβώς την έννοια έχει και είχε στα Ελληνικά. Νοηματικά είναι κοντά και στο «δούναι και λαβείν».
Και τέλος μιας και μιλήσαμε για συναλλαγή και « δούναι και λαβείν», μια άλλη συνηθισμένη λέξη/ έκφραση για το ίδιο νόημα  της δοσοληψίας, του πάρε δώσε,  που μπορεί όμως τελικά να έχει και διαπληκτισμό, μπέρδεμα γενικώς ( και ερωτικό ),  είναι το:
Νταραβέρι / Νταλαβέρι:  από τα ιταλικά ρήματα dare ( δίνω )  και avere ( έχω).   Οι Ιταλοί δεν το χρησιμοποιούν απ’ ότι ξέρω. 

Πηγή :kalavrytanews

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου