Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

Η Εμπορο ζωοπανήγυρη των Καλαβρύτων


Τρίτο στη σειρά ήταν το Καλαβρυτινό πανηγύρι, το μεγαλύτερο κοσμικό γεγονός της ένδοξης και ιστορικής επαρχίας μας. Γινόταν κι αυτό μέσα στον Σεπτέμβριο (18-24) και διαρκούσε έξι με οκτώ ημέρες. Είναι κι αυτό καθαρό δημιούργημα της ανάγκης. Σκοπός του ήταν η εξυπηρέτηση των κατοίκων της περιοχής, μιας περιοχής εκτεταμένης σε ένα γραφικό και εύφορο λεκανοπέδιο, που το στεφανώνουν οι καλλίγραμμες κορυφογραμμές του Χελμού και του Ωλενού, των πολυτραγουδισμένων βουνών μας.
Το Καλαβρυτινό πανηγύρι καθιερώθηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση του έθνους από τον τουρκικό ζυγό γύρω στο 1832. Ηταν προνομιακό γιατί ήταν το πανηγύρι της πρωτεύουσας της επαρχίας, που ήταν και η πρώτη πόλη της περιοχής που απέκτησε σ σιδηροδρομική και οδική συγκοινωνία με τα μεγάλα αστικά κέντρα Πάτρα και Αίγιο. Συγκέντρωνε τον περισσότερο πληθυσμό της επαρχίας και τροφοδοτούνταν από τα χωριά Σουδενά, Σιγούνι, Χαμάκου, Βραχνί, Σούβαρδο, Ζαχλωρού, Ρωγοί, Σκεπαστό, Κέρτεζη, Σαββανοί, Συρμπάνι, Κάνταλος, Κραστικοί, Κούτελη, Άνω και Κάτω Βλασία, Μάνεσι, Μπούμπουκα, Ασάνι, Σαραδί, Φλάμπουρα, Τρεκλήστρα, Μικρός και Μεγάλος Μποντιάς, Λαπαναγοί, Πετσάκοι, Άνω και Κάτω Γουμένισσα κ.λπ.
Τα χωριά αυτά δεν έπαιρναν μέρος στα άλλα πανηγύρια, γιατί δεν τα βόλευαν οι γεωγραφικοί όροι. Έπειτα περίμεναν την ώρα του δικού τους πανηγυριού, του Καλαβρυτινού, που ήταν πρώτο και καλύτερο, γιατί γινόταν μέσα στην πρωτεύουσα, στην πόλη των Καλαβρύτων, γεγονός που έδινε ιδιαίτερη αίγλη. Τα Καλάβρυτα εξάλλου ως πρωτεύουσα ολόκληρης της επαρχίας ήταν, για ιστορικούς λόγους, ο μοναδικός δήμος και φιλοξενούσες όλες τις αρχές της κρατικής εξουσίας και διοίκησης. Ήταν η έδρα του έπαρχου, των δικαστικών αρχών (Ειρηνοδικείου, Πρωτοδικείου) και διέθετε Υποδιοίκηση Χωροφυλακής, Γυμνάσιο, Εφορία, Τράπεζες, Ταχυδρομείο, ξενοδοχεία, σταθμό οδοντωτού, λεωφορείων και μεγάλη εμπορική και τουριστική κίνηση.
Η πόλη διέθετε επιπλέον όλα τα μέσα για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των κατοίκων της περιοχής και της επαρχίας γενικότερα. Ωστόσο τις ημέρες του πανηγυριού η κίνηση και η εμπορικότητα της πόλης διπλασιαζόταν και τριπλασιαζόταν. Η εμποροπανήγυρη γινόταν μέσα στην πόλη, ενώ η ζωοπανήγυρη γινόταν έξω από την πόλη και κυρίως προς το δρόμο Καλαβρύτων - Πατρών. Οι περιοχές ήταν κατάλληλα επιλεγμένες για την εξυπηρέτηση του κοινού.
Στο πανηγύρι κατέφθαναν έμποροι από την Αθήνα, την Πάτρα, το Αίγιο, την Τρίπολη και άλλα αστικά κέντρα με λογής - λογής εμπορεύματα και οπωσδήποτε τιμές συμφέρουσες. Άνοιγαν τα μαγαζιά τους είτε σε νοικιασμένα ισόγεια, δεξιά και αριστερά των κεντρικών δρόμων, όπου υπήρχε διαθέσιμος χώρος, είτε σε πρόχειρες παράγκες στην πλατεία και τους ελεύθερους χώρους. Στα καφενεία της πλατείας της πόλης, που σημαιοστολιζόταν εκείνες τις μέρες, τα βράδια έπαιζαν ορχήστρες συνήθως με βιολιά και κλαρίνα και διασκέδαζαν οι γλεντζέδες και οι χορευταράδες. Οι Καλαβρυτινοί ήταν σχετικά εξελιγμένοι και είχαν αστική νοοτροπία. Ηταν άρχοντες και κρατούσαν τουπέ και σοβαρότητα. Ηταν συνεπώς και εκλεκτικοί. Αυτήν τη νοοτροπία την διατηρούν ακόμα και σήμερα σε μικρότερο βαθμό βέβαια. Οι χωρικοί μας πλημμύριζαν την ημέρα την πόλη και τα βράδια γύριζαν πίσω στα χωριά τους, αφού έκαναν τα ψώνια τους και τις απαραίτητες προμήθειες τους. Οι ανάγκες ήταν για όλους τους ανθρώπους της υπαίθρου οι ίδιες, χωρίς καμία ουσιαστική διαφορά: εσώρουχα, κουστούμια, παπούτσια, κουζινικά, προίκες για τα κορίτσια τους και αγροτικά εργαλεία.
Δεν πρέπει να παραλειφθεί και η ζωοπανήγυρη, της οποίας η ύπαρξή ήταν ουσιαστικότερη και χρησιμότερη. Εδώ γίνονταν οι αγοραπωλησίες χοντρών ζώων. Άλλοι έρχονταν να πουλήσουν και άλλοι να αγοράσουν. Η αγορά ενός ζώου μέτραγε πολύ, επειδή ήταν ακριβό και δυσκολοσυντήρητο, αλλά αναγκαίο. Οι πωλητές πουλούσαν βόδια καματερά, αλλά και για σφάξιμο. Τα καματερά ήταν και ακριβά και πολύτιμα. Θα καλλιεργούσαν τη γη, ώστε να καρποφορήσει και ήταν πραγματικό απόκτημα για την οικογένεια και την ευημερία της.
Το ίδιο συνέβαινε και με τα μουλάρια, τα γαϊδούρια και τα άλογα, των οποίων η αξία ήταν εξίσου μεγάλη. Ένα τέτοιο καλό ζώο άξιζε όσο κι ένας άνθρωπος. Ηταν το δεξί χέρι του νοικοκύρη. Αυτό καβάλαγε, πήγαινε στην δουλειά του και με αυτό μετέφερε την σοδειά του στο σπίτι (σιτάρια, αραποσίτια, φασόλια, καρύδια, κρασί, ξύλα για το χειμώνα και πλήθος άλλων αγαθών). Για εκείνους που είχαν περίσσευμα και πουλούσαν τέτοια ζώα ήταν ένα γενναίο έσοδο. Με τα χρήματα αυτά κάλυπταν όλες τις άλλες ανάγκες τους και τις ελλείψεις τους.
Τα πανηγύρια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξυπηρέτηση των χωρικών μας. Τους έλυναν πολλά προβλήματα της καθημερινής ζωής τους και παράλληλα με τη διακίνηση των βιομηχανικών προϊόντων εισχωρούσε και στο τελευταίο σπίτι ο πολιτισμός. Υπήρχε βέβαια τότε μεγάλη φτώχια, αλλά ήταν ωραίοι και γραφικοί καιροί που μας έλειψαν.

Απόσπασμα από το βιβλίο "Λαογραφικές Σελίδες" του Νώντα Περ. Σακελλαρόπουλου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου